Λαζάρου, Ιωάννης

Λαζάρου, Ιωάννης
Αγωνιστής του 1821, από την Αθήνα. Έλαβε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις, στις οποίες διακρίθηκε για τη γενναιότητά του. Το 1822 έσωσε πολλές οικογένειες Τούρκων από βέβαιο αφανισμό. Σκοτώθηκε στο Χαϊδάρι τον Αύγουστο του 1826.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Κύπριος, Ιωάννης — (16ος αι.). Ζωγράφος. Ήταν σύγχρονος του Μιχαήλ Δαμασκηνού. Τα γνωστότερα έργα του είναι ο Ευαγγελισμός (1584) και η Έγερση του Λαζάρου (1585). Το πρώτο βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη και το δεύτερο στη συλλογή Λοβέρδου. Έχει ζωγραφίσει τον θόλο… …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • Παλαιολόγος — I Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας από την οποία προέρχεται και η δυναστεία των Παλαιολόγων. Πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Από αυτά γνωστότερα είναι: 1. Νικηφόρος. Στρατηγός και υπέρτιμος.… …   Dictionary of Greek

  • Βηθανία — Παλαιά ονομασία του σημερινού χωριού Ελ Αζαρίε (χωριό του Λαζάρου, κατά αραβική παραφθορά), που βρίσκεται στους πρόποδες του όρους των Ελαιών και σε απόσταση 3 χλμ. από την Ιερουσαλήμ. Από τη Β. καταγόταν, σύμφωνα με την παράδοση των Ευαγγελίων,… …   Dictionary of Greek

  • Κάρολος — I (Charles). Όνομα επτά αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. 1. Κ. Α’. Βλ. λ. Καρλομάγνος. 2. Κ. Β’, ο Φαλακρός (Φρανκφούρτη 823 – Μπριντ λε Μπεν, Σαβοΐα 877). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (875 877). Ήταν υστερότοκος… …   Dictionary of Greek

  • Μιστράς — I Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, έξι χιλιόμετρα ΒΔ της Σπάρτης, ερειπωμένη σήμερα, η οποία στάθηκε στο προσκήνιο της ιστορίας για δύο αιώνες και τα ερείπιά της αποτελούν πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού …   Dictionary of Greek

  • Зоис, Антониос — Антониос Зоис (греч. Αντωνιος Ζωης, ?  1941)  македономах, то есть борец за Воссоединение Македонии с Грецией. Биография Антониос Зоис родился в конце XIX века в городе Монастир. 23 Апреля 1903 г., в день Святого Георгия, в… …   Википедия

  • κατσαρός — I Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αθανάσιος. Οπλαρχηγός από τη Σπάρτη. Πήρε μέρος και διακρίθηκε σε επιθέσεις εναντίον του Ιμπραήμ. 2. Αθανάσιος. Φιλικός και προύχοντας της Κυπαρισσίας. Πρωτοστάτησε στην παράδοση του Νεόκαστρου το 1821 και εξελέγη …   Dictionary of Greek

  • Βάγκα, Περίνο ντελ- — (Perino del Vaga, 1500 1547). Ιταλός ζωγράφος. Πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής κοντά στον άσημο ζωγράφο Αντρέα ντε Τσέρι και στη συνέχεια μαθήτευσε στο εργαστήριο του Ριντόλφο Γκιρλαντάγιο, όπου προκάλεσε το ενδιαφέρον του ονομαστού εκείνη την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”